- ἀντευποιήσει
- ἀντί-εὐποιέωaor subj act 3rd sg (epic)ἀντί-εὐποιέωfut ind mid 2nd sgἀντί-εὐποιέωfut ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.